Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2011

Πορδές Βαρβάρων

Δεξιός σκαραβαίος: Δώσε φαΐ κι εμένα, μπάρμπα!
Αριστερός σκαραβαίος: Να βρείς τη δική σου αχνιστή σκατόμπαλα, ζήτουλα!
Δεξιός σκαραβαίος: Σκατά να φας!
Αριστερός σκαραβαίος: Κι εσύ να με κοιτάς!


PARENTAL ADVISORY

EXPLICIT CONTENT


/!\ Προσοχή: Μυτερά Παλούκια /!\


Η παρακάτω ανάρτηση δεν απευθύνεται σε κωματόσκοιλα, ανορχικούς, πωλειτ'ηΚούς, βολευτές, παρτιώτες, συνταξιούχους, γιδοβοσκούς, αστειονομικούς, στειρατιωτικούς και ανήλικους κάτω των 18 εγκεφαλικών ετών.

Λόγω των τελευταίων συνταρακτικών γεγονότων, που επιλύθηκαν, κεκλεισμένων των θυρών, με πυγμή και διάκριση από τους Μπέλληνες βολευτές, κρίνεται απαραίτητο να εκτονωθεί η οργή που συσσωρεύτηκε μετά από χρόνια παρατήρηση των πωλητικών δρώμενων αυτής της χώρας σε μια ορθοσκοπική ανάρτηση που θα σοδομίσει παραδειγματικά τις βαλτώδεις αντιλήψεις των αναγνωστών.


Πωλείτ'ηΚως: (συντ. της φράσης "Πωλείται η Κως") Εξαιρετικά προσοδοφόρο και συνήθως κληρονομικό επάγγελμα, που βασίζεται στην εκμετάλλευση, την εξαπάτηση, τη ληστεία, τη δολοπλοκία, τη διαφθορά, τη δημαγωγία, τη δωροδοκία και τον ωχαδερφισμό. Προσφάτως, οι εργαζόμενοι αυτού του κλάδου οδηγούμενοι από την αστείρευτη αγάπη τους για τις χήρες με τα πέντε ορφανά, αποφάσισαν να βγάλουν τμήματα της Μπελληνικής γης σε ένα second-hand παζάρι για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Το πρώτο περιττό νησί που θα εκποιηθεί σύντομα σε τιμή ΣΟΚ θα είναι η Κως, καθώς το μόνο που έχει είναι κάτι ψωροαρχαία και χαμουρόκαστρα και δεν διοργανώνει αρκετά συχνά rave parties. Επίσης είναι το τρίτο σε έκταση νησί των Δωδεκανήσων -ούτε καν το δεύτερο-, άρα είναι αχρηστο και τελευταίο. Γι' αυτό, χάρη στους Πωλειτ'ηΚούς τους, οι ξύπνιοι Μπέλληνες θα κρατάνε από εδώ και πέρα μόνο τα πρώτα νησιά και θα πουλάνε στους ηλίθιους φραγκοβαρβάρους τα τελευταία.


Οι πωλειτ'ηΚοί, προκειμένου να φτάσουν στα ανώτερα στρώματα πτωμάτων και να αποκτήσουν εξουσία, είναι ικανοί να πουλήσουν τη μάνα τους, τη γιαγιά τους, τις γριες φίλες της από το χωριό, τη γειτόνισσα, τον μανάβη, τον χασάπη, το δάσκαλο, τον περιπτερά, τον παπά, τον καντηλανάφτη, τον νεκροθάφτη και τη νεκροφόρα μαζί με το νεκρό.

Όσοι καταφέρουν να αναρριχηθούν επί προβάτων, φτάνουν κάποτε στο βαθμό τού βολευτή, θρονιάζουν τον κώλο τους σε μια ζεστή καρέκλα -κάποιοι σε δυο- και απολαμβάνουν τους καρπούς τού κόπου όσων δουλεύουν. Μάλιστα ένα μέρος εκείνων που κλωσούν τις έδρες τής κυβάρνησης ορίζονται πιπουργοί (πίπα + έργο) από τον αρχηγό τού κόμματός τους και βοσκό του κράτους των Μπελλήνων, που είναι γνωστός ως πρωκτυπουργός (πρωκτός + κτυπώ + έργο). Οι προαναφερθέντες τίτλοι αντικατοπτρίζουν ξεκάθαρα το σημαντικότατο έργο που καλούνται οι κάτοχοί τους να φέρουν εις πέρας στις συναντήσεις με τους ξένους ομολόγους τους.

Συναντήσεις οι οποίες έμειναν γνωστές στην ιστορία με την παροιμιώδη φράση: "Δυστυχώς εκπορνεύσαμεν".

Αυτοί οι ανιδιοτελείς άνδρες ξεπέρασαν τα όρια της ανθρώπινης φθαρτότητας δωρίζοντας το κορμί τους για τη Μπελλάδα και μέσα από τη φιλανθρωπία τους προσέγγισαν την αγιοσύνη. Διεφθαρμένοι πολίτες που άκουγαν τις φήμες για την ιερότητά τους συνέρρεαν σε ορδές μπροστά στα γραφεία αυτών των οσίων για να τους ζητήσουν χάρη. Οι καλοκάγαθοι πωλειτ'ηΚοι τούς ελεούσαν και οι πολίτες άφηναν τον οβολό τους σε ένδειξη ευχαριστίας.

Από την πολλή ευχαριστία οι Μπέλληνες βρέθηκαν πνιγμένοι στα χρέη μέχρι τα φρύδια και ικέτεψαν τους εθνοσωτήρες τους για βοήθεια. Και οι άγιοι εισάκουσαν τις προσευχές τους μέσα στο τζακούζι του κελιού 150 τετραγωνικών στο οποίο ασκήτευαν και με μερικά τηλεφωνήματα καταχρέωσαν κι άλλο τη χώρα με δάνεια, γνωρίζοντας ότι η πιθανότητα να τα αποπληρώσει ο λαος προσέγγιζε με ακρίβεια το άθροισμα του δείκτη νοημοσύνης όλων των παικτών γνωστού ριάλιτι, στον αρνητικό ημιάξονα, από τα αριστερά.

Έτσι φτάσαμε στη σημερινή κατάσταση. Το μαντρί στα πρόθυρα της κατάρρευσης και εμείς, τα αρνιά, να βάζουμε ομαδικά λεφτά για να νοικιάσουμε ένα βρακί συλλογικά.

Και το ερώτημα είναι: Πώς είναι δυνατόν να εμπιστεύεστε ακόμη, ρε ΖΩΑ ΟΡΘΙΑ, τη διοίκηση μιας ολόκληρης χώρας σε 300 εγκεφαλικά ανάπηρους τόφαλους που η φάτσα τους φωνάζει "ΚΛΕΒΩ ΤΑ ΓΛΕΙΦΙΤΖΟΥΡΙΑ ΤΩΝ ΜΩΡΩΝ ΚΑΙ ΤΙΣ ΜΑΣΕΛΕΣ ΤΩΝ ΓΕΡΩΝ";

Ούτε μισό κουλούρι δεν είναι να τους εμπιστευθείς. Θα σου φάνε και το χέρι.

Φυσικά και δεν αναφέρομαι σε όλο το εκλογικό σώμα. Αλλά σε εκείνους στους οποίους αναφέρομαι θα πρότεινα να σταματήσουν άμεσα να εκτελούν τα εκλογικά τους δικαιώματα, τα οποία -αν μπορούσα- θα τους στερούσα χωρίς δεύτερη σκέψη σαν καλός βρωμοφασίστας με πέταλα και φούντες.

Από την άλλη, βέβαια, αναρωτιέμαι αν είναι ελάχιστα πιθανό να με υπολογίσει κάποιος ογδοντάχρονος, ο οποίος θα ψήφιζε δαγκωτό ακόμη και τον Χίτλερ αν του έταζε 10€ αύξηση στην σύνταξη. Δεν είναι να τους κατηγορείς. Οι περισσότεροι σε αυτή την ηλικία ψηφίζουν από συνήθεια ή κατευθυνόμενα. Εντούτοις, αν και στο άκουσμα της φράσης "συνταξιούχος ψηφοφόρος" μια μανιασμένη φωνή ουρλιάζει ενδόμυχα "στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων", εγώ δε θα την ακούσω. Γιατί η ενεργητική δημοκρατία δεν είναι ζήτημα ηλικίας, αλλά κριτικής ικανότητας.

Το έχω ξαναπεί άλλωστε. Η παιδεία και η εξουσία συνδέονται σε έναν ατέρμονο φαύλο κύκλο. Η σάπια παιδεία οδηγεί σε σάπια εξουσία και η σάπια εξουσία προωθεί τη σάπια παιδεία για να διατηρηθεί. Δυο έξοδοι υπάρχουν από αυτό το σχήμα: Θα αποκτήσουν οι Μπέλληνες από μόνοι τους στοιχειώδη παιδεία και θα τερματίσουν την εκλογή των παρασίτων ή θα ευαισθητοποιηθούν τα παράσιτα και θα τους προσφέρουν απλόχερα το κόκκινο χάπι.

Μέχρι τώρα, τουλάχιστον, το δεύτερο δεν φαίνεται να έχει προοπτικές. Η εξουσία είναι γλυκύτατη και τα πρόβατα κοιμούνται ευτυχισμένα. Κι αν ξυπνήσουν, θα ξυπνήσουν μόνο για φαΐ ή για χέσιμο, αν και στο κάτω-κάτω και οι δυο ενέργειες γύρω από σκατά περιστρέφονται.

Θυμάμαι ότι είχα ξαναγράψει κάποτε πως:

"Αν παραλληλίσουμε την Ε.Ε. με έναν ελέφαντα, τότε το ζωολογικό αντίστοιχο της Ελλάδας είναι αδιαμφισβήτητα ο σκαραβαίος. Μικρός, γαλαζοπράσινος, κερατάς και τρέφεται με τα σκατά τού πρώτου. Κώλο που σε ταΐζει δεν τον δαγκώνεις."

Ετοιμαστείτε τώρα να (τους) γλείψουμε και το(ν) π(ι)άτο.

Και πριν κλείσω θα ήθελα να διαβάσετε τα παρακάτω άρθρα από το Σύνταγμα, που κατοχυρώνουν τη βουλευτική ασυλία, και ύστερα να τα σχολιάσουμε με ευγένεια, ηρεμία, γαλήνη και πνευματικότητα όλοι μαζί στην ενότητα σχολιασμού.

Εδώ θα καταλάβετε ότι ο έξυπνος απατεώνας κλέβει και το νόμο.




ΑΡΘΡΟ 61

1. Ο βουλευτής δεν καταδιώκεται ούτε εξετάζεται με οποιονδήποτε τρόπο για γνώμη ή ψήφο που έδωσε κατά την άσκηση των Βουλευτικών καθηκόντων.

2. Ο βουλευτής διώκεται μόνο για συκοφαντική δυσφήμηση, κατά το νόμο ύστερα από άδεια της Βουλής. Αρμόδιο για την εκδίκαση είναι το Εφετείο. Η άδεια θεωρείται ότι οριστικά δεν δόθηκε αν η Βουλή δεν αποφανθεί μέσα σε σαράντα πέντε ημέρες αφότου η έγκριση περιήλθε στον Πρόεδρο της Βουλής. Αν η Βουλή αρνηθεί να δώσει την άδεια ή αν περάσει άπρακτη η προθεσμία, η πράξη θεωρείται ανέγκλητη. Η παράγραφος αυτή έχει εφαρμογή από την προσεχή Βουλευτική περίοδο.

3. Ο Βουλευτής δεν έχει υποχρέωση μαρτυρίας για πληροφορίες που περιήλθαν σ’ αυτόν ή δόθηκαν από αυτόν κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ούτε για πρόσωπα που του εμπιστεύθηκαν τις πληροφορίες ή στα οποία αυτός τις έδωσε.

ΑΡΘΡΟ 62

1. Όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος ο βουλευτής δεν διώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με άλλο τρόπο περιορίζεται χωρίς άδεια του Σώματος. Επίσης δεν διώκεται για πολιτικά εγκλήματα βουλευτής της Βουλής που διαλύθηκε, από τη διάλυση της και έως την ανακήρυξη των Βουλευτών της νέας Βουλής. Η άδεια θεωρείται ότι δεν δόθηκε, αν η Βουλή δεν αποφανθεί μέσα σε τρεις μήνες αφότου η αίτηση του εισαγγελέα για δίωξη διαβιβάστηκε στον Πρόεδρο της Βουλής. Η τρίμηνη προθεσμία αναστέλλεται κατά τη διάρκεια των διακοπών της Βουλής. Δεν απαιτείται άδεια για τα αυτόφωρα κακουργήματα.





Δυστυχώς -εεεεεμ- το χέσαμεν!




Καλή σας νύχτα και προβληματιστείτε με την ερώτηση:

Τι μετράνε τα πρόβατα για να κοιμηθούν;

Παρασκευή 7 Ιανουαρίου 2011

Προάγγελος

Δεν ήξερε πόσος καιρός είχε περάσει από τότε που είχε παρακολουθήσει το ηλιοβασίλεμα για τελευταία φορά. Κυνηγούσε τη νύχτα και περιπλανιόταν την ημέρα. Την αυγή και το σούρουπο συνήθιζε να επιτρέπει στον εαυτό του να ξεκουραστεί, αλλά ποτέ δεν έκλεινε και τα δυο του μάτια. Κι αυτό γιατί οι έννοιες του θηράματος και του θηρευτή είχαν περιπλεχτεί στο πρόσωπό του. Κάποτε στρατιές συνήθιζαν να τον υπακούν χωρίς σκέψη και τώρα δεν τον υπάκουαν ούτε τα δάχτυλα των χεριών του. Μπροστά στο άστρο που έδυε, μπορούσε τώρα να παρατηρήσει τις λεπτές, διάφανες, περίτεχνα υφασμένες κλωστές που ξεκινούσαν από το κέντρο των καρπών του και χάνονταν σαν δάκρυ του ανέμου στη βαριά ατμόσφαιρα που τύλιγε εδώ και ατέλειωτες νύχτες την ύπαρξή του.

Πίσω από τη διπλασφαλισμένη μάσκα, που κρατούσε κρυφό το φυλακισμένο πρόσωπό του, σχηματίστηκε ένα χαμόγελο. Φυσικά θα ήταν αδιανόητο να μαντέψει κανείς αν ήταν από χαρά ή λύπη ή μίσος ή -ίσως- ελπίδα. Εξάλλου ούτε κι εκείνος ήξερε. Ίσως αν υπήρχε ένα σημείο του μυαλού του με εξασφαλισμένη ανεξαρτησία στη σκέψη να αναρωτιόταν γιατί το έκανε, όμως εκείνο το χαμόγελο απλά εξαφανίστηκε όσο ξαφνικά είχε σχηματιστεί. Πριν αμέτρητα ηλιοβασιλέματα θα αποκαλούσε αυτόν τον απροσδόκητο μορφασμό "συναίσθημα".

Τα κίτρινα μάτια του χτένισαν τον ορίζοντα. Μια σειρά εκλάμψεων του αργυρού και του χρυσού κέντρισαν την προσοχή του. Συγκεντρώθηκε, έσμιξε τα βλέφαρα και αναγνώρισε τους στόχους του. Είχε φτάσει η ώρα. Σήκωσε το πλατύ σπαθί του και άγγιξε με τα κουρελιασμένα γάντια του μια σειρά χαρακτήρων που είχαν σκαλιστεί στη ρίζα της λεπίδας από οψιδιανό. Η μαύρη γερακίσια μάσκα, που ξεκινούσε από τους ώμους και κάλυπτε το λαιμό και το κεφάλι του, καθρεφτίστηκε πάνω στο ηφαιστειακό πέτρωμα με τη μικρή επιγραφή. Μια οικεία φωνή προέφερε τη λέξη μέσα στο μυαλό του σαγηνεύοντας τη δέσμια σκέψη του και του θύμισε ξανά το λόγο για τον οποίο έπρεπε να ολοκληρώσει αυτό το κυνήγι.

Σταύρωσε τα χέρια στο θώρακά του και έπεσε από τη κορυφή τού τεράστιου δέντρου κατευθυνόμενος σαν βολίδα προς τη καρδιά τού δάσους. Ένα θρόισμα ακούστηκε καθώς ο πάνοπλος δολοφόνος άγγιξε με τα γόνατα το έδαφος και χωρίς να πάρει ανάσα, τίναξε το σώμα του και χάθηκε ανάμεσα στους κορμούς σαν τη σκιά μιας κουκουβάγιας. Οι μαύρες κόρες των ματιών του άνοιξαν γρήγορα για να προσαρμοστούν στο σκοτάδι. Ήξερε ότι ο στόχος θα έμενε για ελάχιστα δευτερόλεπτα στην περιοχή, αλλά μετά από τόσα κυνήγια είχε μάθει να εκμεταλλεύεται αυτό το χρόνο στο έπακρο. Τα αργυρόχρυσα είδωλα βρίσκονταν ακόμη χαραγμένα στο πίσω μέρος των ματιών του, όταν, βγαίνοντας στις παρυφές του δάσους, τα ανανέωσε καρφώνοντας το βλέμμα του στις μακρινές φιγούρες.

Μια δυνατή λάμψη τον τύφλωσε για μερικά κλάσματα του δευτερολέπτου, καθώς πλησίαζε όλο και περισσότερο τον στόχο του. Είχε πλησιάσει αρκετά τώρα και έβλεπε σιγά-σιγά τις φιγούρες να λιγοστεύουν. Τώρα, σε απόσταση αναπνοής, μπορούσε να μετρήσει τρεις. Διέκρινε τα περιγράμματα μιας νεαρής γυναίκας και δυο δίποδων πολεμιστών απροσδιόριστης φύσης, καθώς έτρεχε με όλη του τη δυναμη προς το στόχο, που φωσφόριζε αργυρόχρυσα σαν καθρέφτης που ανακλά ταυτόχρονα τη λάμψη του Ήλιου και της Σελήνης. Μέσα στο χρόνο μιας ανάσας η πομπή των τριών πλασμάτων εξαφανίστηκε σταδιακά μέσα στον αργυρόχρυσο καθρέφτη. Ξεγύμνωσε τα σπαθιά του και τα μάτια του κιτρίνισαν περισσότερο, καθώς οι κόρες τους σχεδόν έκλεισαν τη στιγμή που ο μασκοφορεμένος έγινε ένα με το στόχο.

Δυο αναπνοές μετά και τα μάτια του συνήθισαν το σκοτάδι. Ψηλάφισε στα τυφλά το περιβάλλον του, ψάχνοντας τα όπλα του. "Σήκω", ψιθύρισε η οικεία φωνή μέσα στο κεφάλι του. Με ένα σάλτο βρέθηκε να αναρριχείται σε ένα σκοτεινό και υγρό τοίχο με τα χέρια του να αναζητούν συνεχώς μια εσοχή στην κάθετη επιφάνεια, μήπως και ξεγελάσει λίγο ακόμη το θάνατο. Λίγες στιγμές μετά το κίτρινο βλέμμα του αγνάντευε την άκρη του ορίζοντα, εκεί που ο Ήλιος σηκωνόταν για να ζεστάνει ξανά αγάπες και μοναξιές. Έσφιξε τα σπαθιά στις θήκες τους και αποκοιμήθηκε στην οροφή εκείνου του ουρανοξύστη. "Θα δούμε ξανά την ανατολή μαζί, α-γά-πη-μου", ψέλλισε πνιχτά ένα κομμάτι του μυαλού του, πριν σιωπήσει βίαια, καθώς η μεγαλούπολη υποδεχόταν την αυγή.