Το όνομα Ερεβιέραξ συναντάται μόνο στον ενικό και είναι ουρανικόληκτο της τρίτης κλίσης της αρχαίας ελληνικής. Προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων έρεβος και ιέραξ.
Η κλίση του ακολουθεί τον παρακάτω πίνακα:
Ονομαστική: ο Ερεβιέραξ
Γενική: του Ερεβιέρακος
Δοτική: τω Ερεβιέρακι
Αιτιατική: τον Ερεβιέρακα
Κλητική: ω Ερεβιέραξ
Η γέννηση του Ερεβιέρακος τοποθετείται πριν την αγορά της πρώτης κάμερας του Μάκη. Επομένως δεν υπάρχουν οπτικά ντοκουμέντα για να επιβεβαιώσουν τον οποιονδήποτε ισχυρισμό.
Υπάρχουν αρκετοί μύθοι για τη δημιουργία του, σύμφωνα όμως με το Έπος του Πετάλου ο Ερεβιέραξ είναι αυτοδημιούργητος. Ακολουθεί η σύντομη δημιουργία των Πάντων από Εκείνον μέσα σε 7 ημέρες.
Πέρασε από την ύπαρξη στην ανυπαρξία με ένα πετάρισμα των βλεφάρων του.
Με το δεύτερο πετάρισμα των βλεφάρων του δημιούργησε ολόκληρο τον υπαρκτό Κόσμο σε σχήμα πετάλου.
Με το τρίτο πετάρισμα των βλεφάρων του δημιούργησε το αυγό και την κότα.
Με το τέταρτο το Ιπτάμενο Μακαρονοτέρας.
Με το πέμπτο τον Τσακ Νόρις.
Με το έκτο τον Πρώτο Πλαστικό Χειρούργο.
Την έβδομη μέρα πήγε για βλεφαροπλαστική.
Η λατρεία του Ερεβιέρακος συναντάται για πρώτη φορά στην Καυκάσια φυλή των Ράκι. Η ακριβής τοποθεσία δράσης αυτής της φυλής παραμένει ακόμη και σήμερα άγνωστη. Αρκετοί είναι βέβαια αυτοί που πιστεύουν ότι οι Ράκι είναι οι δημιουργοί του Stonehedge, του συμπλέγματος πυραμίδων της Γκίζας, του συμπλέγματος πυραμίδων στο Teotihuacan, της Ακρόπολης των Αθηνών, του Mall, των Δίδυμων Πύργων, του Πύργου του Eiffel, της Capella Sixtina, της νέας Εγνατίας Οδού και του μετρό της Θεσσαλονίκης.
Ένας μύθος των Ράκι παρουσιάζει την έλευση του Ερεβιέρακος στο λαό τους πριν από αμνημόνευτους αιώνες:
Την ημέρα που η Κάρι, η κόρη του άρχοντα Ικάρ των Ράκι, έκλεισε τα δεκαοκτώ χρόνια της, εκατό μνηστήρες έφτασαν στο ανάκτορο από κάθε μεριά της αυτοκρατορίας για να ζητήσουν το χέρι της. Βλέποντας αυτή τη συρροή ο άρχοντας Ικάρ κλείστηκε 3 μέρες και 3 νύχτες στην αίθουσα του θρόνου του χωρίς φαγητό και νερό και παρακάλεσε ολόψυχα τις δημιουργικές δυνάμεις να τον βοηθήσουν να ξεφορτωθεί τους τεντιμπόηδες που λιγουρεύονταν την πολυαγαπημένη του κόρη.
Την τέταρτη μέρα ο βασιλιάς βγήκε στην αυλή του ανακτόρου, την Αυλή των Χρυσανθέμων, όπου ήταν συγκεντρωμένοι οι μνηστήρες και μίλησε λέγοντας ότι το χέρι της Κάρι θα έπαιρνε εκείνος που θα κατάφερνε να πεταλώσει τον πολυαγαπημένο του Άικρ. Αν όμως αποτύγχανε, η ποινή θα ήταν θάνατος. Στο άκουσμα των λόγων του ένα τεράστιο μέρος των επίδοξων γαμπρών αποφάσισαν ότι ήταν πολύ νέοι για παντρειά και αποχώρησαν ευγενικά.
Πέντε όμως από αυτούς αποφάσισαν να μείνουν και να ρισκάρουν για το χέρι της όμορφης κόρης. Εξάλλου πόσο δύσκολο θα ήταν να πεταλώσουν ένα άλογο;
Ο βασιλιάς τούς δέχτηκε έναν προς έναν στην αίθουσα του θρόνου, υποβάλλοντάς τους στην πρόκληση του πεταλώματος του Άικρ. Μερικές ώρες αργότερα είχαν θανατωθεί και οι πέντε και ο βασιλιάς έπινε στην υγειά του οξύτατου μυαλού του.
Μόλις όμως ο ήλιος έδυσε και ενώ ο Ικάρ έκανε χοϊκές προσφορές στις δημιουργικές δυνάμεις, εμφανίστηκε στην είσοδο του ανακτόρου ένας κουκουλοφόρος ξένος. Ο ξένος ζήτησε ακρόαση και ο βασιλιάς τον δέχτηκε στην αίθουσα του θρόνου.
"Άκουσα ότι το χέρι μιας κόρης προσφέρεται σαν αντάλλαγμα για ένα πετάλωμα." είπε ο ξένος.
"Έτσι είναι. Όμως η ποινή για την αποτυχία είναι θάνατος. Πέντε ήδη προσπάθησαν πριν από εσένα και κατέληξαν στη λήθη." απάντησε ο Ικάρ.
"Θα δοκιμάσω την τύχη μου." ανταπάντησε εκείνος.
Ο βασιλιάς χαμογέλασε σαρδόνια και τον οδήγησε στο βάθος της τεράστιας αίθουσας.
"Αυτός είναι ο Άικρ. Μπορείς να ξεκινήσεις το πετάλωμά του." είπε και τράβηξε μια κόκκινη, μεταξωτή κουρτίνα, αποκαλύπτοντας ένα μικρό χρυσό κλουβί που φιλοξενούσε ένα πολύχρωμο τζιτζίκι. Ύστερα αποσύρθηκε στο θρόνο του για να συνεχίσει την οινοποσία του.
Ο ξένος πήρε το τζιτζίκι στα χέρια του και ψιθύρισε μια αναχρονιστική επωδή:
"One wing to rule them all
One wing to pursue them
One wing to bring them all
and delicately shoe them"
και έξι μικροσκοπικά, αστραφτερά πέταλα εμφανίστηκαν πάνω στα πόδια του τζιτζικιού.
Λεπτά αργότερα παρουσιάστηκε μπροστά στο θρόνο του βασιλιά και του προσέφερε το πεταλωμένο τζιτζίκι. Ο Ικάρ σάστισε. Ήταν αδύνατο. Ποιός μπορεί να πεταλώσει ένα τζιτζίκι; Κι όμως ο μικρός Άικρ περπατούσε πάνω στα χέρια του γερο-βασιλιά απολαμβάνοντας το κλάπα-κλούπα των μικρών του πετάλων.
Δεν μπορούσε να δώσει το χέρι της κόρης του στον κουκουλοφόρο ξένο. Έπρεπε να σκεφτεί κάτι για να τον θανατώσει άμεσα.
"Μια που είσαι τόσο καλός, ω ξένε, έχω άλλη μια δοκιμασία για σένα. Αν την ολοκληρώσεις θα πάρεις όχι μόνο το χέρι της Κάρι, αλλά και το στέμμα της αυτοκρατορίας. Θέλω να βάψεις με τα χέρια σου κόκκινο τον τοίχο του ναού των προσφορών, χρησιμοποιώντας όσα βαρέλια αυτού του κρασιού χρειαστείς." είπε και του έδειξε ένα επίχρυσο βαρέλι του καλύτερου κρασιού της αυτοκρατοριάς δίπλα στον θρόνο του.
Ο ξένος συμφώνησε, πήρε το βαρέλι και ο βασιλιάς τον οδήγησε στο ναό των προσφορών. Αυτή τη φορά όμως έμεινε εκεί για να δει μήπως ο ξένος χρησιμοποιήσει κάποιο τέχνασμα. Εκείνος άνοιξε το πώμα του σφραγισμένου βαρελιού και άφησε το περιεχόμενο να τρέξει στα χέρια του. Λευκό κρασί.
Ο βασιλιάς σάρκασε περιπαικτικά: "Βάψε κόκκινο τον τοίχο με λευκό κρασί τώρα, αλλιώς το κεφάλι σου θα πέσει από την κουκούλα."
Ο ξένος δε μίλησε. Τα μάτια του άστραψαν μέσα στη κουκούλα του. Σήκωσε το βλέμμα του και κοίταξε τη μικρή λίμνη με τις ιερές πέστροφες που βρισκόταν στην αυλή του ναού. Ύστερα μίλησε σε μια αναχρονιστική γλώσσα λέγοντας:
"There is no hand which can eternal dye. And with strange aeons even trouts may fly."
Ξαφνικά οι πέστροφες πετάχτηκαν έξω από τη λίμνη και άρχισαν να χτυπάνε τα πτερύγιά τους σαν φτερά. Ο βασιλιάς έμεινε έκπληκτος καθώς το σμήνος με τις Ιπτάμενες Πέστροφες πέρασε ξυστά από το κεφάλι του και χάθηκε στον ορίζοντα.
Έπεσε στα γόνατα και είπε: "Είσαι μάγος; Είσαι πνεύμα; Ποιός είσαι, ω γιε Ράκι;"
Και ο ξένος τον κάρφωσε με το βλέμμα του και μίλησε: "Εσύ το είπες. Ερεβιέραξ είναι το όνομά μου. Είμαι ο κύριος αυτού του κόσμου. Αυτός που εσύ προσπάθησες να κοροϊδέψεις. Θα υποστείς τώρα τα αντίποινα της αλαζονείας σου."
Ύστερα πετάρισε τα βλέφαρά του και τον μεταμόρφωσε σε ένα ζωντανό πέταλο. Τον πήρε στα χέρια του και προχώρησε στον ανακτορικό σταύλο αναζητώντας το πιο δραστήριο άλογο της αυτοκρατορίας. Το άλογο της νεαρής Κάρι. Με ένα του νεύμα ο πεταλόσχημος Ικάρ αντικατέστησε ένα από τα πέταλα του ατίθασου αλόγου και ένιωσε το πεταλόμορφο πρόσωπό του να συντρίβεται στο πάτωμα του σταύλου.
Ο Ερεβιέραξ σάρκασε ψιθυρίζοντας την αναχρονιστική φράση: "May the horse be with you.", έριξε τον μανδύα του παίρνοντας το σχήμα γερακιού και χάθηκε πετώντας μες στη νύχτα.
Από εκείνη τη μέρα ο θρόνος πέρασε στα χέρια της βασίλισσας Κάρι και ο Αυτοκρατορικός Τζιτζικοπεταλωτής Ερεβιέραξ λατρεύτηκε από τους Ράκι σαν υπέρτατος θεός του σύμπαντος κόσμου.
Στοιχεία της λατρείας του Ερεβιέρακος συναντούμε, μετά την πτώση της αυτοκρατορίας των Ράκι, στους Αιγύπτιους με τη μορφή του θεού -Ρα- (από το Ερεβιέ-Ρα-ξ). Προσπαθώντας να σβήσουν την επιρροή των Ράκι στη θρησκεία τους, οι Αιγύπτιοι ιερείς αντικατέστησαν το ιερό τζιτζίκι με τον ιερό σκαραβαίο.
Σήμερα ο Ερεβιέραξ παρακολουθεί τη δημιουργία του από κοντά, τριγυρίζοντας ανάμεσα στους ανθρώπους στο σώμα θνητού.
Κι αν εσύ που διάβασες αυτές τις γραμμές γελάς περιπαικτικά πιστεύοντας ότι τα όσα ειπώθηκαν ήταν παραμύθια, θυμήσου την τύχη του άρχοντα Ικάρ.
Γιατί όπως είπε κάποτε ο Ερεβιέραξ: